“Περαίωση” εικονικών τιμολογίων με τις ευλογίες του Ν.4446/2016

Στις 22/12/2016 δημοσιεύτηκε το “πολυνομοσχέδιο” Ν.4446/2016 με το οποίο ρυθμίστηκαν φορολογικά θέματα που εκκρεμούσαν εδώ και μήνες: αλλαγές στον πτωχευτικό κώδικα, “χτίσιμο αφορολόγητου” με ηλεκτρονικές συναλλαγές, υποχρεωτική εξόφληση μισθοδοσίας με τραπεζικά μέσα, αναστολή φόρου υπεραξίας ακινήτων μέχρι 31.12.2017 είναι μερικά από αυτά.

Με το πολυνομοσχέδιο ρυθμίζεται επίσης ο τρόπος οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης προηγούμενων ετών (άρθρα 57 έως 61) στην οποία μπορούν να προβούν σχεδόν όλοι οι φορολογούμενοι (με λίγες εξαιρέσεις που αφορούν πολιτικά στελέχη), την οποία απέφυγαν ή παρέλειψαν να δηλώσουν, καταβάλλοντας μόνο τον φόρο που αναλογούσε κατά το έτος απόκρυψης και προσαυξήσεις οι οποίες περιορίζονται μέχρι και στο 8% του φόρου (σε περίπτωση που η αποκρυβείσα ύλη εντοπιστεί στα πλαίσια ελέγχου οι προσαυξήσεις φτάνουν έως 120%).

Χάριν παραδείγματος, έστω ανώνυμη εταιρεία η οποία έλαβε το 2012 ένα τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών καθαρής αξίας € 100.000 το οποίο είναι μερικώς εικονικό κατά € 40.000, καθώς οι υπηρεσίες που έλαβε κόστισαν στην πραγματικότητα € 60.000.

Πριν την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, αν το παραπάνω τιμολόγιο εντοπιζόταν από το έλεγχο, στην επιχείρηση θα καταλογίζονταν:

  • Φόρος εισοδήματος, αφού μετά τον εντοπισμό του τιμολογίου τα έξοδα της χρήσης 2012 θα εμφανίζονταν μειωμένα και συνεπώς τα κέρδη αυξημένα, € 40.000 x 20% = € 8.000
  • Προσαυξήσεις φόρου εισοδήματος € 8.000 x120% = € 9.600
  • ΦΠΑ € 40.000 x 23% = € 9.200
  • Προσαυξήσεις ΦΠΑ € 9.200 x 120% = € 11.040
  • Πρόστιμο για την λήψη μερικώς εικονικού τιμολογίου σύμφωνα με το αρ. 7 Ν.4337, € 40.000 x 40% = € 16.000
  • Πρόστιμο ΦΠΑ ίσο με το τριπλάσιο του φόρου τον οποίο εξέπεσε από εικονικό τιμολόγιο σύμφωνα με το αρ.6 Ν.2523/1997, ΕΥΡΩ 9.200 x3 = € 27.600
  • Αυτοτελή πρόστιμα του Κώδικα για υποβολή ανακριβών δηλώσεων
  • Ποινικές, διοικητικές και ποινικές κυρώσεις εξαιτίας της λήψης εικονικού παραστατικού

ήτοι συνολικά τουλάχιστον € 81.440 τα οποία, αν δεν καταβάλλονταν εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των τριάντα ημερών, θα επιβαρύνονταν με πρόσθετες προσαυξήσεις 8,76% ετησίως.

Κάνοντας χρήση των ευεργετικών διατάξεων του Ν.4446/2016, η παραπάνω επιχείρηση θα απαλλασσόταν από κάθε πρόστιμο και κύρωση, θα “διόρθωνε” τα βιβλία της, θα υπέβαλε τροποποιητική δήλωση εισοδήματος και θα κατέβαλλε μόνο τον φόρο εισοδήματος και το ΦΠΑ που απέκρυψε (€ 17.200), προσαυξημένα κατά 8% (€ 1.376). Αν η δημοσίευση του νόμου την έβρισκε στην μέση φορολογικού ελέγχου οι προσαυξήσεις θα ανέρχονταν το μέγιστο σε 30% (€ 5.160).

Σε κάθε περίπτωση, η οικονομική διαφορά μεταξύ των δύο σεναρίων είναι τεράστια, ενώ δεν πρέπει να υποεκτιμηθεί το γεγονός ότι οι νόμιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας δεν κινδυνεύουν προσωπικά από καμία κύρωση.

Παράλληλα, η υποβολή δήλωσης σύμφωνα με τον Ν.4446 δεν συνιστά από μόνη της κριτήριο επιλογής προς περαιτέρω φορολογικό έλεγχο της εταιρείας.

Παρατηρούμε για άλλη μια φορά ότι η φορολογική αρχή αντιλαμβάνεται ότι τα υπέρογκα πρόστιμα δεν φέρνουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς στις περισσότερες των περιπτώσεων παραμένουν βεβαιωμένα δε, ανείσπρακτα δε.

Από την άλλη, αναφέροντας ρητά ότι σε περιπτώσεις οικειοθελούς συμμόρφωσης δεν  εφαρμόζονται τα πρόστιμα του αρ.6 Ν.2523/1997 και αρ.7 Ν.4337/2015, η “ειδεχθής” πράξη της έκδοσης ή λήψης εικονικών και πλαστών τιμολογίων εξομοιώνεται με απόκρυψη κάθε είδους φόρους τέλους ή εισφοράς και περνάει ατιμώρητη, με την επιβολή ελάχιστων προσαυξήσεων και χωρίς καμία περαιτέρω δίωξη των εμπλεκομένων.

Το βέβαιο είναι ότι, εν αναμονή της εφαρμογής του περιουσιολογίου, δίνεται(ακόμα) μια τελευταία ευκαιρία σε όλους προκειμένου να κλείσουν “πληγές του παρελθόντος”. Παράλληλα, όσοι βρίσκονται σε φορολογικό έλεγχο έχουν την δυνατότητα να αποδεχθούν ορισμένα από τα ευρήματα του ελέγχου τα οποία δεν μπορούν να τεκμηριώσουν. Με αυτό τον τρόπο ο ελεγχόμενος πετυχαίνει σημαντική έκπτωση της επιβάρυνσής του και το ελληνικό δημόσιο εισπράττει άμεσα φόρους από εισοδήματα, η επιβολή φόρων επί των οποίων τελευταία φαίνεται να καταρρίπτεται σωρηδόν από τα διοικητικά δικαστήρια στα οποία καταλήγουν ολοένα και περισσότεροι έλεγχοι εξαιτίας παραγραφής.