Σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 5 του Ν. 4308/2014 (Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα), η οντότητα που πωλεί αγαθά ή υπηρεσίες έχει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι εκδίδεται τιμολόγιο για κάθε πώληση. Ο πωλητής αγαθών ή υπηρεσιών εκδίδει το τιμολόγιο πώλησης. Εναλλακτικά, ο πωλητής μπορεί με προηγούμενη συμφωνία να διασφαλίσει την έκδοση του τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτοτιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή. Η συμφωνία για έκδοση τιμολογίου δεν απαλλάσσει την οντότητα από τη νόμιμη υποχρέωση να διασφαλίσει ότι θα εκδοθεί τιμολόγιο, καθώς και από κάθε σχετική ευθύνη.

Η έννοια της αυτοτιμολόγησης έχει εισαχθεί στο δίκαιό μας με το άρθρο 18α του ΠΔ 186/1992 (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2006/112/EC για τον ΦΠΑ που αφορούσαν την τιμολόγηση, συμπεριλαμβανομένης και της αυτοτιμολόγησης). Σύμφωνα λοιπόν με τις διατάξεις του άρθρου 18α του ΠΔ 186/1992, προκειμένου να είναι έγκυρη η αυτοτιμολόγηση θα έπρεπε, μεταξύ άλλων, να έχει καταρτισθεί έγγραφη συμφωνία μεταξύ του πελάτη και του επιτηδευματία για λογαριασμό του οποίου ο πελάτης εκδίδει τιμολόγια.

Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται είναι κατά πόσο με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα είναι απαραίτητη η κατάρτιση γραπτής συμφωνίας όπως αυτή είχε καθιερωθεί από το άρθρο 18α του ΠΔ 186/1992.

Από το Ν. 4308/2014 καθώς και από την ερμηνευτική εγκύκλιο ΠΟΛ 1003/31-12-2014, δεν προκύπτει ρητά η υποχρέωση κατάρτισης έγγραφης συμφωνίας.  Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι και προφορική συμφωνία αρκεί. Άλλωστε, σύμφωνα με το πνεύμα των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, το οποίο κατά βάση λειτουργεί ως νόμος-πλαίσιο, απαιτείται από τις οντότητες να διασφαλίζουν την αξιοπιστία των λογιστικού συστήματος που τηρούν και να αποδεικνύουν και τεκμηριώνουν τις συναλλαγές τους με κάθε πρόσφορο μέσο ή και παραστατικά και γενικά να διασφαλίζουν την εγκυρότητα των συναλλαγών.

Σε αυτά τα πλαίσια, θα μπορούσαν οι συμβαλλόμενοι να μην προβούν στην κατάρτιση έγγραφης συμφωνίας αλλά η ύπαρξη επιστολών ή η ανταλλαγή e-mail θεωρητικά είναι ένας ασφαλής τρόπος απόδειξης της αυτοτιμολόγησης.

Αν όμως οι συμβαλλόμενοι αποφασίσουν να προβούν στην κατάρτιση έγγραφης συμφωνίας, αυτή θα πρέπει να υποβληθεί στο taxis, μέσω της γενικής εφαρμογής για τα συμφωνητικά καθώς δεν υπάρχει ειδική εφαρμογή στην οποία να δηλώνεται η ανάθεση της έκδοσης τιμολογίων.

Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι θα πρέπει να υπάρχει γραπτή συμφωνία, η οποία θα ρυθμίζει όλες τις λεπτομέρειες της εμπορικής συνεργασίας και θα διασφαλίζει την ομαλή πορεία της σχέσης όχι μόνο από πλευράς φορολογικής συμμόρφωσης αλλά και από πλευράς εμπορικού δικαίου.